(+30) 21 0724 6420 - Δ : Υψηλάντου 5, Αθήνα ΤΚ 106 75 contact@imoustakatos.gr

Η προστασία των προσωπικών δεδομένων έχει καταστεί ένα από τα πλέον κρίσιμα ζητήματα της σύγχρονης έννομης τάξης, ιδιαίτερα ενόψει της ραγδαίας τεχνολογικής ανάπτυξης, της εκτεταμένης χρήσης του διαδικτύου, αλλά και της ευρύτερης ψηφιοποίησης της καθημερινότητας. Στο πλαίσιο αυτό, το Αστικό Δίκαιο – και κυρίως το Ενοχικό και το Δίκαιο της Προστασίας της Προσωπικότητας – αποκτά ιδιαίτερη σημασία ως ρυθμιστικός μηχανισμός που διασφαλίζει την ιδιωτικότητα και τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων απέναντι σε παραβιάσεις που συνδέονται με την επεξεργασία, την αποθήκευση και τη διάδοση προσωπικών δεδομένων. Παρά το γεγονός ότι το πεδίο της προστασίας δεδομένων ρυθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από εξειδικευμένες νομικές διατάξεις, όπως ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (GDPR), το Αστικό Δίκαιο εξακολουθεί να διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο, προσφέροντας μηχανισμούς αποκατάστασης της προσβολής, αποζημίωσης και αποτροπής επαναλαμβανόμενων παραβιάσεων. Η έννοια των προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με τον GDPR, περιλαμβάνει κάθε πληροφορία που αφορά ένα ταυτοποιημένο ή ταυτοποιήσιμο φυσικό πρόσωπο. Αυτό σημαίνει πως οποιοδήποτε στοιχείο δύναται να οδηγήσει στην αναγνώριση ενός προσώπου, όπως ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, αριθμός ταυτότητας, δεδομένα γεωεντοπισμού, διαδικτυακή διεύθυνση (IP address) και άλλες μορφές ηλεκτρονικής ταυτότητας, θεωρείται προσωπικό δεδομένο και υπόκειται σε προστασία. Το Αστικό Δίκαιο, από την πλευρά του, εντάσσει την προστασία αυτών των δεδομένων στην ευρύτερη έννοια της προσωπικότητας, η οποία συνιστά ένα σύνθετο και πολυεπίπεδο αγαθό, που προστατεύεται με βάση το άρθρο 57 του Αστικού Κώδικα. Σύμφωνα με την ελληνική νομική θεωρία και νομολογία, η προσωπικότητα περιλαμβάνει τόσο την φυσική, όσο και την κοινωνική και ψυχική υπόσταση του ανθρώπου. Η προστασία της προσωπικότητας επεκτείνεται σε διάφορες εκφάνσεις της, όπως η τιμή, η φήμη, η ιδιωτική ζωή, η ελευθερία δράσης και έκφρασης, καθώς και η αυτοδιάθεση. Στο πλαίσιο αυτό, η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου ή χωρίς νόμιμο λόγο, θεωρείται προσβολή της προσωπικότητας, παρέχοντας στον παθόντα το δικαίωμα να στραφεί με αγωγή κατά του παραβάτη. Η έννομη προστασία που παρέχεται από το Αστικό Δίκαιο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την άρση της προσβολής, τη μη επανάληψή της και την καταβολή αποζημίωσης για ηθική βλάβη. Η προστασία αυτή λειτουργεί παράλληλα με τη διοικητική και ποινική προστασία που προβλέπεται από τον GDPR και την εθνική νομοθεσία (Ν. 4624/2019), δημιουργώντας ένα πλέγμα προστασίας για το άτομο. Ωστόσο, η ιδιαιτερότητα του Αστικού Δικαίου έγκειται στο ότι επιτρέπει στον παθόντα να αξιώσει προσωπικά την αποκατάσταση της προσβολής, στοιχείο που καθιστά το εν λόγω νομικό πλαίσιο ιδιαίτερα χρήσιμο για την πραγματική προστασία των δικαιωμάτων του.

Το δικαίωμα στην προστασία της προσωπικότητας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 57 του Αστικού Κώδικα, λειτουργεί ως γενική ρήτρα και καλύπτει κάθε μορφή προσβολής, συμπεριλαμβανομένης της παράνομης συλλογής, επεξεργασίας ή διάδοσης προσωπικών δεδομένων. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε πολλές περιπτώσεις όπου διαπιστώθηκε παράνομη επεξεργασία δεδομένων, τα ελληνικά δικαστήρια επιδίκασαν αποζημιώσεις υπέρ των παθόντων, στηριζόμενα στην προσβολή της προσωπικότητας. Το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι ακόμη και όταν δεν προκαλείται υλική ζημία, το απλό γεγονός της παραβίασης της ιδιωτικότητας και της εμπιστευτικότητας αρκεί για την επιδίκαση ηθικής βλάβης. Μια συνηθισμένη περίπτωση παραβίασης προσωπικών δεδομένων, που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Αστικού Δικαίου, είναι η δημοσίευση φωτογραφιών ή προσωπικών πληροφοριών στο διαδίκτυο χωρίς τη συγκατάθεση του εικονιζόμενου ή του θιγόμενου προσώπου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αφαίρεση του περιεχομένου, να επιβάλει προσωρινά ασφαλιστικά μέτρα, αλλά και να επιδικάσει αποζημίωση, εφόσον διαπιστωθεί ότι έχει προκληθεί ηθική βλάβη ή και υλική ζημία. Αντίστοιχα, η βιντεοσκόπηση ή η ηχογράφηση χωρίς συναίνεση, όπως και η καταγραφή δεδομένων χωρίς ενημέρωση και συγκατάθεση, συνιστούν επίσης προσβολές της προσωπικότητας και δύνανται να ενεργοποιήσουν τη σχετική προστασία. Ακόμη και σε περιπτώσεις όπου υπάρχει νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων, όπως η σύναψη σύμβασης ή η υποχρέωση εκ του νόμου, η επεξεργασία οφείλει να σέβεται τις αρχές της αναλογικότητας, της αναγκαιότητας και της ελαχιστοποίησης των δεδομένων, αρχές που ερμηνεύονται και στο φως του αστικού δικαίου. Για παράδειγμα, η συλλογή υπερβολικών ή μη συναφών δεδομένων μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική και να προσβάλλει την προσωπικότητα του ατόμου.

Μια άλλη σημαντική πτυχή της αστικής προστασίας σχετίζεται με τη σχέση εργοδότη-εργαζομένου. Οι εργοδότες συχνά προβαίνουν σε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων εργαζομένων, όπως βιογραφικά, αξιολογήσεις απόδοσης, πειθαρχικά δεδομένα, κλπ. Το Αστικό Δίκαιο προστατεύει τον εργαζόμενο έναντι αυθαίρετων και καταχρηστικών επεμβάσεων στην ιδιωτική του ζωή, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα αυτοδιάθεσης και την αρχή της εμπιστευτικότητας. Σε περιπτώσεις παράνομης επεξεργασίας ή δημοσιοποίησης πληροφοριών εντός ή εκτός της επιχείρησης, ο εργαζόμενος μπορεί να προσφύγει αστικά, ζητώντας αποζημίωση και αποκατάσταση της ηθικής του υπόστασης. Εξίσου σημαντικός είναι ο ρόλος των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, των κοινωνικών δικτύων και των ψηφιακών εφαρμογών. Η ανάρτηση δεδομένων στα social media, είτε από ιδιώτες είτε από επιχειρήσεις, συνιστά επεξεργασία δεδομένων και υπάγεται τόσο στις διατάξεις του GDPR όσο και στο αστικό δίκαιο περί προσβολής προσωπικότητας. Πολλές φορές, η διάδοση ψευδών ή προσβλητικών πληροφοριών για ένα άτομο μπορεί να προσβάλει την τιμή και την υπόληψή του, στοιχειοθετώντας όχι μόνο παράνομη επεξεργασία αλλά και προσβολή της προσωπικότητάς του με αστικές αξιώσεις. Το Αστικό Δίκαιο δεν λειτουργεί σε απομόνωση αλλά σε συνέργεια με άλλες νομικές πηγές. Η νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των εθνικών δικαστηρίων διαμορφώνει ένα ενιαίο ερμηνευτικό πλαίσιο για την προστασία της προσωπικότητας και των δεδομένων. Το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και το άρθρο 7 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ διασφαλίζουν το δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, ενώ παράλληλα ενισχύουν το αστικό δίκαιο ως όχημα δικαστικής προστασίας.

Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα ζητήματα στον χώρο αυτό είναι η αποζημίωση για ηθική βλάβη λόγω παράνομης επεξεργασίας δεδομένων. Η ελληνική νομολογία γενικά αποδέχεται την αυτοτέλεια της αποζημίωσης αυτής, χωρίς απαίτηση απόδειξης συγκεκριμένου οικονομικού πλήγματος. Το ποσό της αποζημίωσης εξαρτάται από την έκταση και την ένταση της προσβολής, το είδος των δεδομένων, τον αριθμό των ατόμων που είχαν πρόσβαση στα δεδομένα, καθώς και τη διάρκεια της προσβολής. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, ιδίως όταν πρόκειται για ευαίσθητα δεδομένα (υγεία, πολιτικές πεποιθήσεις, σεξουαλική ζωή), η αποζημίωση μπορεί να είναι ιδιαίτερα υψηλή. Η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, των big data και των αυτοματοποιημένων μηχανισμών λήψης αποφάσεων θέτει νέες προκλήσεις στο Αστικό Δίκαιο. Οι νέες τεχνολογίες διευρύνουν την έκταση και την πολυπλοκότητα της επεξεργασίας δεδομένων, απαιτώντας νέα ερμηνευτικά εργαλεία και θεωρητικές προσεγγίσεις. Το Αστικό Δίκαιο καλείται να εξετάσει ζητήματα όπως η ευθύνη του κατασκευαστή λογισμικού για την παράνομη συλλογή δεδομένων, η τυχόν σύμπραξη τρίτων στην προσβολή της προσωπικότητας, αλλά και το κατά πόσον ένας αλγόριθμος μπορεί να χαρακτηριστεί ως “πράττων” κατά την έννοια της παρανομίας. Η αναγνώριση του δικαιώματος στην ψηφιακή λήθη και της δυνατότητας διαγραφής δεδομένων αποτελεί επίσης στοιχείο προστασίας μέσω του αστικού δικαίου. Το άτομο έχει δικαίωμα να απαιτήσει από τρίτους (ιστοσελίδες, μηχανές αναζήτησης) τη διαγραφή πληροφοριών που δεν είναι πλέον επίκαιρες ή αναγκαίες, όταν αυτές συνεχίζουν να προκαλούν βλάβη στην προσωπικότητά του. Η εξέλιξη της κοινωνίας των πληροφοριών και των τεχνολογιών πληροφορικής έχει επαναπροσδιορίσει την έννοια της ιδιωτικότητας και έχει αναδείξει την ανάγκη για έναν ευέλικτο και ταυτόχρονα αποτελεσματικό μηχανισμό νομικής προστασίας. Το Αστικό Δίκαιο ανταποκρίνεται σε αυτή την ανάγκη, προσφέροντας όχι μόνο κανόνες ευθύνης, αλλά και ηθικές βάσεις για τη διατήρηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στην ψηφιακή εποχή.